Full width home advertisement

Travel the world

Climb the mountains

Post Page Advertisement [Top]


 

 Σε μια συγκλονιστική εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου...

 

... με τίτλο “Tempi: Uncovering the Truth”, το κόμμα ΝΙΚΗ και ο ευρωβουλευτής Νίκος Αναδιώτης άνοιξαν τον φάκελο του εγκλήματος των Τεμπών, φέρνοντας στο φως όσα –όπως καταγγέλθηκε– η ελληνική πολιτεία επιχειρεί συστηματικά να συγκαλύψει. Η συζήτηση, με τη συμμετοχή νομικών, ευρωβουλευτών, και οικογενειών θυμάτων, ανέδειξε όχι μόνο τα τραγικά λάθη που οδήγησαν στην πολύνεκρη σύγκρουση των τρένων, αλλά και το βάθος της θεσμικής αποσύνθεσης και πολιτικής ατιμωρησίας στην Ελλάδα.

 

«Έγκλημα και όχι δυστύχημα»

Οι ομιλητές τόνισαν πως η τραγωδία των Τεμπών δεν αποτελεί ένα μεμονωμένο, “ανθρώπινο λάθος”, αλλά αποτέλεσμα διαχρονικής διαφθοράς, παραβίασης ευρωπαϊκών κανονισμών ασφαλείας και συστηματικής συγκάλυψης από κρατικούς και κυβερνητικούς μηχανισμούς. Δικηγόροι και μέλη οικογενειών των θυμάτων περιέγραψαν με οδύνη και αγανάκτηση την εγκατάλειψη από το κράτος, τις παρεμβάσεις στην έρευνα και την απροθυμία της ελληνικής Δικαιοσύνης να αποδώσει ευθύνες.

Ιδιαίτερα επικριτικός υπήρξε ο τόνος απέναντι στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, η οποία –σύμφωνα με τις καταγγελίες– παρεμπόδισε ενεργά την έρευνα, αντικατέστησε κρίσιμους δικαστικούς λειτουργούς και επιδόθηκε σε καταστροφή αποδεικτικών στοιχείων. Παρουσιάστηκαν ενδείξεις πολιτικής χειραγώγησης της Δικαιοσύνης, καθώς και αδικαιολόγητης καθυστέρησης ή αποσιώπησης κρίσιμων πορισμάτων.

 

Η Ε.Ε. στο στόχαστρο για ανοχή και σιωπή

Ευρωβουλευτές και νομικοί κατηγόρησαν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και υπηρεσίες όπως το DG Move για παθητικότητα, παρότι από το 2023 υπήρχαν σαφείς ενδείξεις ότι η Ελλάδα παραβίαζε τους ευρωπαϊκούς κανόνες ασφαλείας στις σιδηροδρομικές μεταφορές. Κατήγγειλαν ότι, παρά τις προειδοποιήσεις του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Σιδηροδρόμων (ERA), δεν υπήρξαν ουσιαστικές κυρώσεις ή επιτήρηση, επιτρέποντας την ύπαρξη ενός “σιδηροδρομικού δικτύου δύο ταχυτήτων” εντός της Ε.Ε.

Η πιο σπαρακτική πτυχή της εκδήλωσης ήταν οι μαρτυρίες των οικογενειών των θυμάτων. Περιέγραψαν τη διαχρονική ψυχική φθορά, τη δικαστική ταλαιπωρία, και την αδιαφορία των αρχών. Έκαναν λόγο για απόπειρες παραπλάνησης, απόκρυψης στοιχείων και κρατική απραξία απέναντι σε ένα έγκλημα που έχει συγκλονίσει τη συνείδηση της κοινωνίας.

 

Αίτημα για ευρωπαϊκή παρέμβαση

Κατά κοινή ομολογία, το ελληνικό κράτος έχει αποτύχει να εγγυηθεί τη διαφάνεια, την ασφάλεια και τη δικαιοσύνη. Οι παρευρισκόμενοι ζήτησαν από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να αναλάβει πιο ενεργό ρόλο, ελέγχοντας την εφαρμογή των ευρωπαϊκών κανόνων ασφαλείας, και καλώντας σε ενεργοποίηση του Ευρωπαίου Εισαγγελέα (EPPO) για ανεξάρτητη έρευνα.

Κοινό σημείο σε όλες τις τοποθετήσεις υπήρξε η αναφορά στην “κομματοκρατία” που κυριαρχεί στην Ελλάδα, με τοποθετήσεις ημετέρων σε νευραλγικά σημεία της Δικαιοσύνης, της ΕΛ.ΑΣ. και των ανεξάρτητων αρχών. Η Δικαιοσύνη παρουσιάστηκε ως συνένοχη ή άβουλη, με την πολιτική ασυλία να αποτελεί βασικό εμπόδιο στην απόδοση ευθυνών.

 

Κύρια σημεία της συζήτησης:

  • 🚨 Το έγκλημα στα Τέμπη αναδεικνύει συστημική διαφθορά και θεσμική αποτυχία.
  • ⚖️ Πολιτικές παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη εμποδίζουν τη διαλεύκανση.
  • 🚆 Η Ελλάδα παραβιάζει ευρωπαϊκές οδηγίες ασφαλείας για τις σιδηροδρομικές μεταφορές.
  • 👪 Οι οικογένειες των θυμάτων βιώνουν τραύμα και εγκατάλειψη.
  •       Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καλείται να ελέγξει και να παρέμβει θεσμικά.
  • 🕊️ Η τραγωδία συμβολίζει την ανάγκη για εθνική και ευρωπαϊκή αφύπνιση απέναντι στην ατιμωρησία.

 

Από τη σιωπή στην ευθύνη

Η εκδήλωση “Tempi: Uncovering the Truth” δεν ήταν απλώς μια πολιτική παρέμβαση· ήταν κραυγή απόγνωσης και έκκληση για δικαιοσύνη. Μέσα από τεκμηριωμένες καταγγελίες και συγκλονιστικές μαρτυρίες, ξεδιπλώθηκε μια εικόνα βαθιάς θεσμικής κρίσης, που ξεπερνά τα όρια ενός εθνικού δυστυχήματος. Το αίτημα των συμμετεχόντων ήταν σαφές: Δικαιοσύνη. Διαφάνεια. Τιμωρία των ενόχων. Ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Σεβασμός στη μνήμη των νεκρών.

Η τραγωδία των Τεμπών δεν μπορεί να θαφτεί κάτω από τα συντρίμμια ενός σάπιου πολιτικού συστήματος. Αντιθέτως, αποτελεί ιστορική ευκαιρία για θεσμική αναγέννηση – αν υπάρξει βούληση.

 

 

Εκτενές και αναλυτικό δημοσιογραφικό ρεπορτάζ για την εκδήλωση της ΝΙΚΗΣ στο Ευρωκοινοβούλιο για τα Τέμπη

Ο ευρωβουλευτής της ΝΙΚΗΣ, στην εναρκτήρια τοποθέτησή του, ξεκαθάρισε ότι η συγκεκριμένη πρωτοβουλία δεν αποσκοπεί στην επικοινωνιακή εκμετάλλευση της τραγωδίας, αλλά στη διεθνοποίηση της διεκδίκησης δικαιοσύνης. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε: «Το έγκλημα των Τεμπών δεν ήταν ένα ατυχές γεγονός. Ήταν το αναμενόμενο αποτέλεσμα της διαχρονικής παρακμής του ελληνικού κράτους, της εγκληματικής αδιαφορίας των κυβερνήσεων, της εμπορευματοποίησης της δημόσιας ασφάλειας και της ατιμωρησίας των ισχυρών». Ο Νίκος Αναδιώτης κάλεσε το Ευρωκοινοβούλιο και τους θεσμούς της Ένωσης να πάψουν να ανέχονται τη συγκάλυψη και να λειτουργήσουν ως εγγυητές της διαφάνειας και του κράτους δικαίου. Με λόγο αιχμηρό αλλά θεσμικά συγκροτημένο, απαίτησε να ελεγχθούν οι χρηματοδοτήσεις της Ε.Ε. προς την Ελλάδα για τα έργα ασφαλείας στους σιδηροδρόμους, να εξεταστεί η διαχείριση των ευρωπαϊκών κονδυλίων και να διερευνηθούν τα συμβόλαια και οι εργολαβίες που, εν τέλει, άφησαν τη χώρα με ένα σιδηροδρομικό σύστημα τυφλό και φονικό.

Κορυφαία στιγμή της εκδήλωσης υπήρξε η παρέμβαση της Προέδρου του Συλλόγου Συγγενών Θυμάτων, Μαρίας Καρυστιανού, η οποία με λόγο οξύ, δραματικό και απογυμνωμένο από κάθε διπλωματική ωραιοποίηση, συγκλόνισε το ευρωπαϊκό ακροατήριο: «Κάτω από τα μπάζα της κυβέρνησης Μητσοτάκη θάφτηκαν τα κόκκαλα των παιδιών μας», ανέφερε, αναδεικνύοντας τη διάσταση της υπόθεσης ως κρατικής συγκάλυψης και θεσμικής εκτροπής.

Η ίδια, απευθυνόμενη στον Νίκο Αναδιώτη, ευχαρίστησε τόσο τον ίδιο όσο και τους ευρωβουλευτές από άλλες πολιτικές ομάδες για την παρουσία τους, δηλώνοντας πως «η ηθική διάσταση του εγκλήματος ξεπερνά την κομματική ιδεολογία». Η τοποθέτησή της όμως δεν έμεινε σε λόγια συμπάθειας ή γενικές αρχές. Με συστηματική αναφορά στις πολιτικές ευθύνες, στις θεσμικές στρεβλώσεις και στα εμπόδια που ορθώνονται στη Δικαιοσύνη, περιέγραψε τη συνθήκη στην Ελλάδα ως ένα «κράτος ανομίας», στο οποίο η ατιμωρησία έχει μετατραπεί σε μηχανισμό αυτοπροστασίας του πολιτικού συστήματος. Καταφέρθηκε ευθέως κατά της κυβέρνησης Μητσοτάκη, της Δικαιοσύνης, αλλά και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καταλογίζοντας συνενοχή μέσω της σιωπής και της απραξίας.

Η πρόεδρος του Συλλόγου έκανε ειδική μνεία στην άρνηση της ελληνικής Βουλής να άρει την ασυλία πρώην υπουργών που εμπλέκονται στην τραγωδία και στις οικονομικές ατασθαλίες που οδήγησαν σε αυτή, ενώ αναφέρθηκε με οξύτατους χαρακτηρισμούς στην τακτική της κυβέρνησης να «χτίζει ένα απαλό κατηγορητήριο» για τον πρώην Υπουργό Μεταφορών Κώστα Καραμανλή, με σκοπό – όπως υποστήριξε – «να διασωθούν τα πολιτικά πρόσωπα και να κουκουλωθεί η υπόθεση». Χρησιμοποιώντας τη φράση «Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει», παρομοίασε τη διαδικασία ως αυτοαναφορικό μηχανισμό νομιμοποίησης της ασυδοσίας.

Η κα Καρυστιανού προχώρησε και σε ευθεία επίθεση προς τον Επίτροπο Μεταφορών της Ε.Ε. Δημήτρη Τζιτζικώστα, καταγγέλλοντας ότι «όχι μόνο δεν προχωρά σε καμία ουσιαστική ενέργεια, αλλά επαναλαμβάνει τα λόγια του Μητσοτάκη περί “ασφαλών τρένων το 2027”», ενώ υπονόησε πολιτική επιλογή διορισμού του στη θέση του Επιτρόπου με σκοπό τη συγκάλυψη των ευθυνών. «Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ελέγχει και την Επιτροπή Μεταφορών της Ευρώπης;», διερωτήθηκε ρητορικά, αφήνοντας σαφείς αιχμές για ύπαρξη υπόγειων δικτύων επιρροής που ξεπερνούν τα ελληνικά σύνορα.

Με σειρά τεκμηριωμένων αναφορών, επεσήμανε τις αποφάσεις και τις ενέργειες που αποδεικνύουν – όπως είπε – την ενοχή και τη συγκάλυψη. Μίλησε για την πρόωρη επιχωμάτωση του σημείου της τραγωδίας, για το εμπρηστικό φορτίο που μετέφερε παράνομα το τρένο, για τους επιβάτες που κάηκαν ζωντανοί, και για τις «οδηγίες μπαζώματος» που – όπως ισχυρίστηκε – δόθηκαν από το ίδιο το πρωθυπουργικό γραφείο. Όλα αυτά, υπογράμμισε, «δεν είναι απλώς ενδείξεις, αλλά αποδείξεις οργανωμένης συγκάλυψης, με τις ευλογίες θεσμικών παραγόντων».

Η πιο συνταρακτική αποστροφή της ήταν η εξής: «Δεν ζητούμε εκδίκηση. Ζητούμε το αυτονόητο: να λειτουργήσει το κράτος δικαίου. Η κόρη μου κάηκε επειδή το τρένο δεν πληρούσε τις προδιαγραφές ασφαλείας και αυτό το γνώριζαν και οι ελληνικές και οι ευρωπαϊκές αρχές. Το έγκλημα δεν ήταν ατύχημα. Ήταν αποτέλεσμα γνώσης και αδιαφορίας». Η ομιλία της, με δραματική ένταση και αγανάκτηση, κατέληξε στο εξής: «Δεν ερχόμαστε εδώ ως επαίτες, αλλά ως Ευρωπαίοι πολίτες που απαιτούν τα στοιχειώδη. Σεβαστείτε μας. Σώστε ό,τι απέμεινε από την αξιοπρέπεια της Ευρώπης και από το δίκαιο».


 

 

Παρούσα στην εκδήλωση ήταν και η Αλεξάνδρα Τσακίρη, μία από τις επιζήσασες του εγκλήματος των Τεμπών. Η συγκλονιστική προσωπική της μαρτυρία μετουσιώθηκε σε κατηγορητήριο απέναντι σε ένα σύστημα που – όπως είπε – «καθημερινά υπονομεύει τα συμφέροντα των πολιτών». Η Τσακίρη περιέγραψε τη νύχτα της τραγωδίας με συναισθηματική φόρτιση, θυμούμενη τα πρόσωπα των νέων παιδιών, τα σγουρά μαλλιά της φίλης της Εριέττας, και τις φωνές που χάθηκαν μέσα στη φωτιά. «Η ζωή μας άλλαξε ανεπανόρθωτα. Νιώθω ευθύνη να μιλήσω. Δεν υπάρχει τύχη – θρηνήσαμε τον ίδιο μας τον εαυτό εκείνο το βράδυ», δήλωσε με δάκρυα στα μάτια.

Η ίδια κατέθεσε πως, παρά το γεγονός ότι επέζησε, δεν ένιωσε ποτέ προστασία από το κράτος. Αντιθέτως, περιέγραψε μια εμπειρία απαξίωσης και δυσπιστίας, ακόμα και από τον ανακριτή που της είπε «εσείς δεν θυμάστε καλά, είστε συγχυσμένοι». Κατήγγειλε πως οι καταθέσεις τους δεν αντιμετωπίζονται με αξιοπιστία και ότι οι οικογένειες των θυμάτων χρειάστηκε «να παρακαλέσουν για να καταθέσουν». Μίλησε για την «πιο βαθιά πληγή»: την ενοχή που ένιωσαν όσοι επέζησαν επειδή – όπως είπε – «δεν προλάβαμε να αφυπνιστούμε και να απαιτήσουμε την αλήθεια πριν συμβεί το έγκλημα».

Καταφέρθηκε κατά του κρατικού μηχανισμού, τον οποίο χαρακτήρισε «αρχικά απόν και πλέον εχθρικό», ενώ έκανε λόγο για οργανωμένη προπαγάνδα και παραπληροφόρηση που επιχειρεί να διχάσει τους πολίτες και να σταματήσει την αναζήτηση της αλήθειας. «Το τρένο έγινε όργανο μαζικού εγκλήματος», υπογράμμισε, εξαιτίας παραβάσεων, ιδιωτικοποιήσεων και της κατάρρευσης των δημόσιων αγαθών. Απηύθυνε δραματική έκκληση προς τους ευρωπαϊκούς θεσμούς να δώσουν απαντήσεις: «Υπάρχει σήμερα κράτος δικαίου στην Ελλάδα; Υπάρχει σεβασμός στην αξία της ανθρώπινης ζωής; Ποιοι ελέγχουν τη Δικαιοσύνη;».

Η κα. Τσακίρη έκλεισε την παρέμβασή της απευθύνοντας ένα τελευταίο αίτημα: «Μην μας αφήσετε μόνους. Μας απαξίωσαν επί δύο χρόνια και μισό. Δεν σταματάμε, ούτε για να πάρουμε ανάσα. Θα συνεχίσουμε, για εμάς και για τα αδέλφια μας που είναι εκεί πάνω».

 

 

 

Μια ακόμη συνταρακτική παρουσία στην εκδήλωση αποτέλεσε εκείνη του ορθοπεδικού ιατρού Ηλία Παπαγγελή, πατέρα της 18,5 ετών Αναστασίας Παπαγγελή, η οποία σκοτώθηκε το μοιραίο βράδυ στα Τέμπη. Με φωνή σπασμένη από τον πόνο, αλλά λόγο καθαρό και αιχμηρό, ο κ. Παπαγγελής κατήγγειλε όχι απλώς την εγκληματική αμέλεια, αλλά την ίδια τη δομή του κράτους και της δικαιοσύνης στην Ελλάδα, χαρακτηρίζοντας την τραγωδία των Τεμπών «κρατικό έγκλημα» που προέκυψε από τη διαφθορά, τη διαπλοκή και την ατιμωρησία.

Ευχαρίστησε τον πρόεδρο της ΝΙΚΗΣ Δημήτρη Νατσιό και τους παριστάμενους ευρωβουλευτές που έδωσαν βήμα στις οικογένειες των θυμάτων, για να ακουστεί η αλήθεια που – όπως είπε – «προσπαθούν να σβήσουν από την πρώτη στιγμή». Αναφέρθηκε σε επίσημα στοιχεία για τη χρηματοδότηση των σιδηροδρομικών έργων στην Ελλάδα, μιλώντας για 25 δισεκατομμύρια ευρώ από εθνικούς και ευρωπαϊκούς πόρους από το 2000 έως το 2025 – χρήματα που, όπως υποστήριξε, εξαφανίστηκαν χωρίς να αλλάξει τίποτα στην πραγματική κατάσταση ασφαλείας των τρένων. «Οι σιδηρόδρομοι βρίσκονται ακόμα στη δεκαετία του ’80», είπε χαρακτηριστικά.

Στην πιο έντονη αποστροφή του λόγου του κατήγγειλε την κυβέρνηση για απόπειρα συγκάλυψης από την πρώτη στιγμή: «Από τις 2 τα ξημερώματα έπιασαν δουλειά τα πρώτα μηχανήματα και μέσα σε μία εβδομάδα όλα είχαν μπαζωθεί. Σαν να μη συνέβη ποτέ». Παρομοίασε την τακτική με απόπειρα ιστορικής λήθης ενόψει εκλογών, στηλιτεύοντας τη σιωπή των μέσων ενημέρωσης και τη ρητή – κατά τα λεγόμενά του – εντολή να μη χρησιμοποιούνται οι λέξεις «τρένο» και «Τέμπη» σε τηλεοπτικά πάνελ και κοινοβουλευτικές συζητήσεις. «Φτάσαμε να γυρνάμε σπίτι μας και να αναρωτιόμαστε μήπως δεν έγινε τίποτα, μήπως ήταν όνειρο. Τόσο μεγάλη ήταν η προσπάθεια εξαφάνισης της μνήμης», τόνισε.

Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στη σύγκριση με άλλα κράτη, όπως η Σερβία, όπου – μετά από δυστύχημα με 15 νεκρούς – οι υπεύθυνοι οδηγήθηκαν άμεσα στη φυλακή. «Εδώ, δύο χρόνια και πέντε μήνες μετά, δεν έχει τιμωρηθεί κανείς. Όποιος ήθελε έμπαινε, όποιος ήθελε έβγαινε από τον χώρο του δυστυχήματος. Ποιος φρόντισε να ασφαλιστεί το σημείο; Κανείς. Οι πολιτικοί πήγαιναν να αφήσουν λουλούδια πατώντας πάνω σε ανθρώπινα υπολείμματα. Δεν είναι έλλειψη εμπειρίας, είναι απόφαση», δήλωσε οργισμένος.

Απευθύνθηκε με βαριά κριτική προς την ελληνική Δικαιοσύνη, την οποία κατηγόρησε ότι λειτουργεί με ρυθμούς που δείχνουν διάθεση ροκανίσματος του χρόνου. «Σαν να μην συνέβη τίποτα. Σαν να πρόκειται για ένα απλό τροχαίο. Οι υπεύθυνοι είναι ελεύθεροι εδώ και 2,5 χρόνια. Είχαν τον χρόνο να αλλοιώσουν έγγραφα, να αλλάξουν ημερομηνίες. Και όταν φτάσουν στο δικαστήριο θα πουν όλοι ‘εγώ δεν φταίω’».

Ολοκληρώνοντας, κατήγγειλε ως προσβλητικό τον ισχυρισμό της κυβέρνησης ότι, αφού κέρδισε τις εκλογές με 41%, «έκλεισε το θέμα των Τεμπών». Όπως σημείωσε, «δεν υπολόγισαν όμως τον πόνο των μανάδων και των πατεράδων», που, παρά την εγκατάλειψη και την απαξίωση, συνεχίζουν τον αγώνα για αλήθεια και δικαιοσύνη.

 

 

Ο δικηγόρος του Συλλόγου Συγγενών Θυμάτων Τεμπών, κ. Γεώργιος Ηλιόπουλος, προχώρησε σε βαρυσήμαντη πολιτικο-θεσμική ανάλυση, αναδεικνύοντας ότι η υπόθεση των Τεμπών δεν αφορά μόνο την απονομή δικαιοσύνης, αλλά αγγίζει τον πυρήνα της δημοκρατίας.

Όπως είπε, «ξεσκεπάζοντας την αλήθεια απελευθερώνεις τους ανθρώπους», όμως αυτή η απελευθέρωση απαιτεί αντίσταση στον φόβο, στη σιωπή και στις συστημικές πιέσεις. Επισήμανε ότι το ελληνικό κράτος απέκρυψε στοιχεία, καθοδήγησε κρατικές υπηρεσίες σε δράσεις συγκάλυψης και εγκαθίδρυσε ένα αφήγημα περί “αποκατάστασης” του πεδίου, ώστε να προστατευθούν υψηλόβαθμοι πολιτικοί αξιωματούχοι, με πρώτο τον πρωθυπουργό.

Κατήγγειλε την απραξία της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, της Πυροσβεστικής, της Τροχαίας, της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας και του Χημείου του Κράτους, που όφειλαν να προστατεύσουν και να τεκμηριώσουν τον τόπο του εγκλήματος. Οι υπηρεσίες, όπως είπε, λειτούργησαν ως παρακρατικοί μηχανισμοί, υποκινούμενοι από μια κεντρική καθοδήγηση, με στόχο την απόκρυψη της αλήθειας.

Η ανάκριση χαρακτηρίστηκε ως προσχηματική και παθητική, με τον ανακριτή να αγνοεί ή να καλύπτει ακόμη και τις πιο προφανείς παρανομίες. Στοιχεία όπως σκληροί δίσκοι, βιντεοληπτικό υλικό, επικοινωνίες και βιολογικά δείγματα είτε εξαφανίστηκαν είτε διαγράφηκαν σκόπιμα, παρά τις επανειλημμένες καταγγελίες και τα πορίσματα εθελοντικών ομάδων εμπειρογνωμόνων.

Ο κ. Ηλιόπουλος υπήρξε κατηγορηματικός: «Κάθε πρωί που ξυπνάμε, θα έπρεπε να ασχολούμαστε με αυτό, είναι θέμα αξιοπρέπειας και αυτοσεβασμού όλων μας». Τόνισε ότι το έγκλημα των Τεμπών ήταν η αφετηρία μιας συλλογικής αφύπνισης, και ότι οι συγγενείς των θυμάτων μπορούν να γίνουν ο φάρος μιας βαθύτερης κοινωνικής μεταρρύθμισης. Κατέληξε λέγοντας πως ό,τι παραμένει χωρίς τιμωρία, χωρίς φως και χωρίς δικαιοσύνη, καθίσταται θεμέλιο για νέα εγκλήματα, και πως το χρέος απέναντι στους 57 νεκρούς είναι να αλλάξουμε τη συλλογική μας συνείδηση, να απαιτήσουμε αλήθεια, λογοδοσία και θεσμική κάθαρση, όχι μόνο για τα Τέμπη, αλλά για τη Δημοκρατία στην Ελλάδα.

 

 

 

Η τοποθέτηση του Χρήστου Κωνσταντινίδη, συζύγου θύματος της τραγωδίας στα Τέμπη, στην εκδήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αποτέλεσε μία εκ βαθέων έκκληση για αφύπνιση της ελληνικής κοινωνίας και θεσμική ανατροπή. Με λόγο αιχμηρό, βαθιά στοχαστικό και ταυτόχρονα συγκροτημένο νομικά και φιλοσοφικά, ο κ. Κωνσταντινίδης ξεκίνησε ευχαριστώντας τους διοργανωτές και παρατηρώντας πως το Ευρωκοινοβούλιο δεν αποτελεί εκ φύσεως θεσμό αλήθειας, αλλά είναι χρέος των πολιτών να το μετατρέψουν σε τέτοιο. Αναφέρθηκε στην ευτυχή συγκυρία πως προηγήθηκαν ομιλίες Ισπανών ευρωβουλευτών που μίλησαν με θάρρος για τη διάβρωση του κράτους δικαίου στη χώρα τους, τονίζοντας πως ούτε η κομματική πειθαρχία ούτε η εκλογική επικράτηση νομιμοποιούν παραβιάσεις πανανθρώπινων αξιών όπως η δικαιοσύνη και η ελευθερία.

Ανέπτυξε μία φιλοσοφική προσέγγιση της αλήθειας, ως μέσο απελευθέρωσης από τον φόβο, τις προκαταλήψεις και την κατασκευή ψευδών αφηγήσεων. Όπως τόνισε, η αλήθεια απελευθερώνει από τη φυλακή του νου και μόνο όποιος αντιστέκεται στον φόβο μπορεί να την αναζητήσει. Όμως το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, ειδικά σε καθεστώτα εξουσιαστικής αυθαιρεσίας, παρεμποδίζει πολλούς να αναζητήσουν και να εκφράσουν την αλήθεια, επειδή αυτή συγκρούεται με τα συμφέροντα των ισχυρών. Μεταβαίνοντας στο νομικό επίπεδο, εξήγησε πως η αλήθεια είναι η αντικειμενική καταγραφή και επεξεργασία των στοιχείων, κάτι που κατά τον ίδιο έχει καταλυθεί πλήρως στην υπόθεση Τεμπών.

Κατήγγειλε πως το κράτος, προκειμένου να καλύψει τις εγκληματικές του ευθύνες, χρησιμοποιεί μηχανισμούς ελέγχου της πληροφορίας, διαστρέβλωσης των γεγονότων και παραπληροφόρησης. Το έγκλημα των Τεμπών, όπως είπε, λειτουργεί ως μεγεθυντικός φακός που αποκαλύπτει έναν γενικευμένο τρόπο δράσης εξουσιαστικών κυκλωμάτων στην Ελλάδα: μέσω των δημοσίων έργων, της ενέργειας, του τραπεζικού συστήματος, της δικαιοσύνης. Ο ίδιος ως νομικός τόνισε πως έχει χρέος απέναντι στον ελληνικό λαό να συμβάλει στην αποκάλυψη και την ανατροπή του πλέγματος αυτό.

Εξήγησε πως όλες οι εμπλεκόμενες κρατικές υπηρεσίες, από τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών μέχρι την Πυροσβεστική, την Τροχαία, το Χημείο του Κράτους και τις ιατροδικαστικές αρχές, όχι μόνο απέτυχαν να κάνουν τη δουλειά τους, αλλά ενεπλάκησαν ενεργά σε ένα σχέδιο συγκάλυψης. Η συγκάλυψη, υπογράμμισε, δεν ήταν τυχαία ούτε απόρροια επιμέρους λαθών, αλλά αποτέλεσμα κεντρικής καθοδήγησης με στόχο τη διάσωση του ίδιου του πρωθυπουργού. Κατήγγειλε μάλιστα ότι σε όσους συμμετείχαν σε αυτό το δίκτυο συγκάλυψης παρουσιάστηκε ένα κυβερνητικό αφήγημα πως η “αποκατάσταση” του πεδίου υπηρετεί δήθεν τα εθνικά συμφέροντα.

Με έντονη συναισθηματική φόρτιση, κάλεσε σε μαζική αντίσταση απέναντι σ’ αυτό το καθεστώς συγκάλυψης, τονίζοντας πως οι άνθρωποι που έχασαν τα παιδιά τους οφείλουν να δουν το πένθος τους ως δύναμη κοινωνικής αφύπνισης. Το όνομα των 57 θυμάτων, είπε, πρέπει να μείνει ζωντανό όχι μόνο ως μνημόσυνο, αλλά ως εργαλείο αλλαγής. Απαιτείται, κατά τον ίδιο, αλλαγή των προτύπων, αφύπνιση της συλλογικής συνείδησης και έμπνευση των νέων ανθρώπων. 

Η ελληνική κοινωνία, σύμφωνα με τον κ. Κωνσταντινίδη, έχει δείξει σημάδια μεταστροφής, κάτι που επιβεβαιώθηκε από τις πρωτοφανείς διαδηλώσεις και την αγανάκτηση του κόσμου.



Ανάλογα καίρια και συγκλονιστικά ήταν τα λόγια του Νίκου Πασσά, καθηγητή Εγκληματολογίας και Ποινικής Δικαιοσύνης στο Northeastern University των ΗΠΑ. Ο διακεκριμένος ακαδημαϊκός δεν περιορίστηκε σε αναλύσεις του νομικού πλαισίου, αλλά επέλεξε να εστιάσει στο ηθικό και ανθρώπινο σκέλος της υπόθεσης, χαρακτηρίζοντας θύμα των Τεμπών όχι μόνο τα 57 άτομα που έχασαν τη ζωή τους ή τους εκατοντάδες επιζώντες και τις οικογένειές τους, αλλά συνολικά την ίδια την ψυχή της Δικαιοσύνης στην Ελλάδα.

Με εμφανή αγανάκτηση και συναισθηματική ένταση, περιέγραψε ένα πρόσφατο περιστατικό που συνοψίζει, όπως είπε, την αυθάδεια και τον εμπαιγμό που υφίστανται οι συγγενείς των θυμάτων: υπάλληλος εταιρείας ασφαλείας με πρόσβαση στο υλικό από τη βραδιά του δυστυχήματος το αναγνωρίζει, το χαρακτηρίζει ως «δυστύχημα» και το διαγράφει, παρότι υπάρχει ρητή απαίτηση από την ανακρίτρια για τη διατήρηση κάθε σχετικού στοιχείου. Αργότερα, νέος ανακριτής ζητά εκ νέου το υλικό, και η εταιρεία απαντά πως δεν υπάρχει τίποτα, αφού έχει διαγραφεί αυτόματα.

Όμως, 1,5 χρόνο μετά, με προφορική εντολή προς διερεύνηση, εντοπίζεται υλικό που είχε αντιγραφεί από υπάλληλο της εταιρείας σε στικάκι, χωρίς δικαίωμα και χωρίς να το παραδώσει στις αρχές. Το στικάκι καταλήγει σε κάδο ανακύκλωσης. Τη στιγμή που ο ίδιος ο πρωθυπουργός εύχεται δημόσια να υπάρξει διαθέσιμο βίντεο από το δυστύχημα, εμφανίζονται τρία βίντεο, τα οποία παραδίδονται στον ανακριτή. Ακολουθεί εισαγγελική έφοδος στην εταιρεία, αλλά λίγες ώρες πριν την άφιξη της αστυνομίας, διαγράφονται επιπλέον 1.800 αρχεία – ανάμεσά τους και ένα με τίτλο “dystychima backup”.

Ο κ. Πασσάς δεν μάσησε τα λόγια του. Μίλησε για μια ανθρωποκτόνα διαφθορά που συνεχίζεται, για μία προσβολή στη λογική και την ακεραιότητα του κράτους δικαίου. Τόνισε την ανάγκη συστράτευσης, ανάληψης ευθύνης και ουσιαστικής δράσης ώστε να αποκατασταθεί η αλήθεια, να αποδοθεί δικαιοσύνη και να λογοδοτήσουν οι υπεύθυνοι. Μόνο έτσι, υποστήριξε, θα μπορέσουμε να μιλάμε για ένα κράτος αντάξιο της ιστορίας και του μέλλοντος που αξίζει ο ελληνικός λαός.



 

 


pixiz-19-09-2018-03-25-22

 

 

 

 

 

Κάντε μας like στο facebook   

 

click-go-back-button

 

 

 

 

 


  
Πηγή: https://primenews.press                   -Posted by Anexartitos.Ta.Neα

 

road+news


Αν θέλετε να μαθαίνετε παράλληλα όσα σημαντικά διαδραματίζονται στα ελληνικά και ξένα media κάντε like στην σελίδα στο Facebook πατώντας εδώ.click here  

 

 
 Δημοσίευση σχολίου  

 

.Τα σχόλια υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. 

 
. Ο καθένας έχει δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του.


. Αυτό δεν σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές. 

 
. Συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια και greeklish αφαιρούνται όπου εντοπίζονται.


. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές και μόνον αυτούς.


. Η ταυτότητα των σχολιαστών είναι γνωστή μόνο στην Google.


. Όποιος θίγεται μπορεί να επικοινωνεί στο email μας.


. Περισσότερα στους όρους χρήσης.

 

        . Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Bottom Ad [Post Page]